Στον αντίποδα κάθε δημοκρατικού κομφορμισμού

Μία ιδέα, μία ιδεολογία, ένα σύνολο αξιών υπό τη σκέπη ενός τίτλου, χαρακτηρίζονται ιστορικά από τους ανθρώπους που τα εκπροσωπούν στην εποχή τους. Και σε κάθε εποχή θα υπάρχουν πολλοί οι οποίοι θα υποστηρίξουν μία ιδέα για λόγους τελείως διαφορετικούς μεταξύ τους, άλλοι οι οποίοι θα της ανοίξουν απλά δρόμο και πληθώρα αυτών που θα την ανεχθούν όταν αντιληφθούν την όποια αναγκαιότητα επικράτησής της. Θα πρέπει να υπάρχει , όμως, και μία ισχνή μειοψηφία η οποία την ενσαρκώνει.

Αν δεν υπάρχει αυτή η μειοψηφία, αυτό το ζωντανό, ειλικρινά παθιασμένο και πεισματικά αφοσιωμένο σύνολο, τότε εκείνη μετατρέπεται σταδιακά σε μία επιφανειακή ελεγχόμενη παραλλαγή ακίνδυνων γραφικών συνόλων με ενδεχόμενες οπαδικού χαρακτήρα εκφάνσεις εκτονώσεως.

Η ύπαρξη λοιπόν αυτού του συνόλου αποτελεί την αρχική αναγκαία συνθήκη η οποία μπορεί να μορφοποιεί θεωρίες και να τις μετουσιώνει σε πραγματική δράση . Βέβαια, από μόνο του δεν μπορεί να οδηγήσει στην ικανότητα επικράτησης αυτής της ιδέας, στάδιο αρκετά μεταγενέστερο, αν αυτή η ειλικρινής υπαρκτή δυναμική αυτού του συνόλου δεν αξιοποιηθεί μεθοδικά και αποτελεσματικά.

Αν λοιπόν θεωρήσουμε τον εθνικισμό ως μία ιδεολογία υπαρκτή στην κατ’ άλλα ολοένα και περισσότερο πολυπολιτισμική και πολυφυλετική Ελλάδα του 21 ου αιώνα, οφείλουμε να διακρίνουμε την θέση του στο σύνολο το οποίο αρχικά εκφράζεται. Κυρίως, στο κατά πόσο υπάρχει σε αυτό , αυτή η μειοψηφία η οποία ενσαρκώνει μία εναλλακτική θεώρηση της κοινωνίας και του ατόμου, με γνώμονα την πορεία αυτού στο χρόνο. Στο κατά πόσο επίσης λειτουργεί βάσει μίας στρατηγικής επίτευξης στόχων.

Σε όλα τα φάσματα ιδεών, τα χαρακτηριστικά τα οποία φέρει αυτός ο πυρήνας ανθρώπων αποτύπωσής τους σε πραγματικό τόπο και χρόνο, διαφέρουν παρασάγγας από εκείνα αυτών που αποτελούν απλώς υποστηρικτές τους. Θα εστιάσουμε στα πρώτα, μιας και το δύσκολο στάδιο μίας ιδέας , δεν είναι η εύρεση οπαδών, αλλά η εύρεση φορέων.

Φορέας μίας ιδέας είναι πρωτίστως εκείνος ο οποίος λογοδοτεί σε αυτήν για την ευθύνη που θέλησε να αναλάβει να την εκπροσωπεί στην εποχή του. Διότι, αυτή η βαθιά αίσθηση ευθύνης τον οδηγεί συνειδητά στην συνεχή πάλη και τον ενδελεχή αγώνα τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Ειδικά όταν πρόκειται για την αποδοχή μίας όσο μεγάλης κληρονομιάς όσο αυτής της ελληνικότητας, όπως αυτή με μύριες δοκιμασίες, διαφοροποιήσεις, ζυμώσεις και διαπλάσεις διαπερνά τους αιώνες, τότε αυτή ακριβώς η ευθύνη αποτελεί μία κορυφή για την οποία λίγοι θα ξεκινήσουν να τη φθάσουν.

Είναι λογικό, μία τέτοια κληρονομιά , με όσες υπερβάσεις και δεινά θα επέφερε η αποδοχή της, να την απαρνιέται ο μέσος όρος των καθημερινών ανθρώπων οι οποίοι οριοθετούν τον βίο τους σε όσα χρόνια αυτός διαρκέσει. Δίχως τίποτα να τους ενώνει με το παρελθόν ή με το μέλλον. Διότι, η φυλετική συνείδηση, η αναζήτηση της πραγματικής μας ταυτότητας, η αντίληψη της ατομικότητας ως κλάδο ενός μεγαλύτερου δέντρου, διαπερνούν τον χρόνο φωτίζοντας το νήμα του αίματος το οποίο με τη σειρά ου διαπερνά τους αιώνες.

Κατ΄αυτή την προσέγγιση, όσον αφορά την Ελλάδα, είμαστε στην εποχή της ανάγκης διαμόρφωσης των πολιτικών στρατιωτών , των φορέων αξιών οι οποίοι θα αποτελέσουν τον πυρήνα όποιου -ισμού το μέλλον θα φέρει.

Δυστυχώς, η σκληρή πραγματικότητα είναι ότι μπορεί σε επίπεδο υποστηρικτών και ψηφοφόρων να υπάρχει ένα ρεύμα στην ελληνική κοινωνία το οποίο προβληματίζεται για το ζήτημα της εθνικής υπάρξεώς του, αλλά σε επίπεδο φορέων μίας συγκροτημένης, σύγχρονης, ζωογόνας πρότασης, βρισκόμαστε σε εμβρυακό στάδιο.

Αυτή η αόριστη, πολλές φορές απλώς αντιδραστική πατριωτική στροφή σε κάποια πληκτρολόγια ή σε κάποια κάλπη, επουδενί δεν αποτελεί κάποιου είδους επιτυχία. Αντιθέτως, διαιωνίζεται μία ψευδαίσθηση υπάρξεως μίας ελληνικότητας στην οποία και ο πιο ανίδεος εξωτερικός παρατηρητής θα διακρίνει έναν πολιτιστικό νεοοθωμανισμό και μία ανατολίτικη ιδιοσυγκρασία με πλείστα ακόμη συμφεροντολογικά νοτιοβαλκάνια χαρακτηριστικά.

Κάθε ένας και κάθε μία, αναλόγως με το τι τον βολεύει, διαμορφώνει μία δική του αντίληψη περί ελληνικότητας , περί Ευρώπης, περί εθνικισμού, περί εθνικοσοσιαλισμού, περί δεξιάς, περί θρησκείας και εν συνεχεία αλληλοσυγκρουόμενοι όλοι αυτοί καθώς διαχέονται σε διάφορα μικροκόμματα και οργανώσεις , διαιωνίζουν την γραφικότητα, την συμφεροντολογία και την μιζέρια που κληροδότησαν παλαιότερες γενιές.

Δεν είναι άλλωστε παράξενο, πως ενόσω γύρω μας κυριαρχούν κάθε λογής ανθελληνικά στοιχεία, πληθώρα εθνικιστών καρφώνεται μπροστά από οθόνες να παρακολουθεί διαδικτυακούς διαξιφισμούς οι οποίοι το μόνο που πετυχαίνουν είναι η δημοσιοποίηση και των πιο ξεχασμένων λεπτομερειών που δύσκολα θα μάθαινε κάθε αργόσχολος παρατηρητής του πατριωτικού χώρου. Σε αυτή ακριβώς την σημερινή πραγματικότητα, όπου άλλοι αναζητούν ιδεολογική επιβράβευση και άλλοι μία θέση στον ήλιο της δημοκρατίας, καλείτε να υπάρξει πέρα από όλα αυτά η γενιά που θα σταθεί στη δύση ενός πολιτισμού. Εκεί που τίποτα δεν θα της χαριστεί πέραν του ζωτικού χώρου που η ίδια θα κερδίσει σε ολα τα επίπεδα των ατομικών και συλλογικών αγώνων.

Και εκεί, στην πολεμική για τον ζωτικό αυτό χώρο, μόνο χλεύη αρμόζει για κάθε λογής κάλπες και λοιπές φάκες ενός κοινοβουλευτισμού για τον οποίο τόσοι και τόσοι αντιδημοκράτες λληλοσυγκρούονται αγωνιώντας για ένα κομμάτι από την πίτα του.

Ειδικά σε έναν δυτικό κόσμο, όπου ο ίδιος ο καπιταλισμός έχει μετατρέψει τα κράτη σε χρεωκοπημένους μηχανισμούς απλής διατήρησης ισορροπημένων πεδίων για το εκάστοτε επενδυτικό κεφάλαιο. Τα άλλοτε συγκροτημένα κράτη έχουν μετατραπεί σε ανίσχυρες δομές οι οποίες πλέον βασίζονται στην ιδιωτική πρωτοβουλία και συνεισφορά.

Σε αυτή λοιπόν την κοινωνική και οικονομική ζούγκλα περισσότερο από ποτέ αργά ή γρήγορα επικρατεί το δίκαιο του ισχυρού. Η απόκτηση γης, η συγκρότηση κοινοτήτων, η ανάπτυξη υποδομών περιβαλλοντικής συνεισφοράς, η ενίσχυση οικογενειακών συνόλων, η ελεύθερη επιχειρηματικότητα και πλείστοι άλλοι αντίστοιχοι τομείς, δεν περνούν μέσα από τη χρηματοδότηση της δημοκρατίας , αλλά από την αποφασιστικότητα και τη βούληση για δημιουργία πέραν αυτής. Η ολοένα μεγαλύτερη μετακίνηση πληθυσμών,η τεχνολογία και ο ψηφιακός κόσμος συγκεκρικένα έχουν αλλάξει τη σύσταση και την δυναμική των κρατών.

Στην περίπτωση της Ελλάδας συγκεκριμένα, κάθε αγκαλιά της δημοκρατίας έχει εδώ και δεκαετίες αποδειχθεί ως ένα ορθάνοιχτο στόμα λύκου το οποίο κατασπάραζε με μεγάλη ευκολία μεγάλα επαναστατικά λόγια, μεσσιανισμούς και περήφανες αντιδραστικότητες. Κατόπιν έφτυνε τα όποια απομεινάρια αυτών μπροστά στα ταπεινομένα βλέμματα όσων τα πίστεψαν.

Στην εποχή της δημοκρατίας η πίστη στην πατρίδα δεν έχει ως ναό το κράτος. Η πίστη στην πατρίδα εχει ως ναό τη Γη σε όλες τις εκφάνσεις της. Το κράτος αποτελεί απλώς έναν μηχανισμό εξισορρόπησης μίας χρεωκοπίας σε όλα τα επίπεδα υπάρξεώς του. Ακόμη και οι θεσμοί που διατηρεί , τους διατηρεί όσο το εξυπηρετούν σε αυτή ακριβώς την ανάγκη του. Δεν είναι κακό ένας άνθρωπος να εξασφαλίζει την επιβίωσή του σε κάποιον από τους θεσμούς αυτούς. Αντιθέτως , σε πολλές περιπτώσεις, όσο διατηρηθούν αποτελούν κοιτίδες συντήρησης των θεμελίων που συγκροτούν ένα εθνικό οικοδόμημα. Είναι, όμως,ντροπιαστικό να θέλει κάποιος να αποτελέσει μέρος αυτού του μεταπολιτευτικού πολιτικού κόσμου.

Είναι ντροπιαστικό να επιζητάς τα προνόμια μίας κοινοβουλευτικής θέσης, όταν τόσες θέσεις στον πραγματικό αγώνα είναι κενές. Καμία κρατική χρηματοδότηση δεν μετέτρεψε ποτέ και δεν θα μετατρέψει ποτέ ένα τυχαίο σύνολο σε κίνημα, και κανένα τυχαίο σύνολο μικροσυμφερόντων δεν μπορεί να γεννήσει τις προσωπικότητες που θα χαρακτηρίσουν την όποια ιδέα στην εποχή μας.

Αρκεί, εν κατακλείδι, στη σιωπή της ευθύνης και στο σκοτάδι των καιρών να αντικρίσουμε ξεκάθαρα τα μονοπάτια για τις κορυφές της πραγματικής συνεισφοράς στη ράτσα και την πατρίδα. Στο αίμα και τη γη. Και , αν μη τι άλλο, σε αυτά τα μονοπάτια, δεν αναζητούμε ψηφοφόρους και ψηφοθήρες. Αναζητούμε φορείς αξιών και θηρευτές οραμάτων. Εκείνων των ζωντανών, πυρφόρων οραμάτων της γενιάς που δεν έχει έρθει για να ζητιανεύει από την δημοκρατία αναγνώριση.

Σχετικά άρθρα

Πενήντα χρόνια από τη βίαιη Τουρκική εισβολή στην Κύπρο

Πενήντα χρόνια συμπληρώνονται φέτος από τη βίαιη Τουρκική εισβολή στην Κύπρο, μία από τις μεγαλύτερες τραγωδίες της σύγχρονης Ιστορίας του Ελληνισμού. Η αιματηρή εισβολή των βαρβάρων ξεκίνησε στις 20 Ιουλίου του 1974 στη Βόρεια Κύπρο με την κωδική ονομασία «Αττίλας Ι» και πυροδότησε όργιο παρασκηνιακών διαπραγματεύσεων και μεθοδεύσεων. Καθοριστικός στην εξέλιξη της τραγωδίας υπήρξε ο […]

“Αντιφασιστική” Σύγχρονη Ράπ & Τράπ στην Ελλάδα. Όταν την χωματερή την μετατρέπουμε σε αξιοθέατο.

Τα τελευταία χρόνια , σε συνέχεια της μεγάλης «πολιτιστικής» ανάβασης των δεκαετιών της μεταπολίτευσης , ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα ακόμη εισαγόμενο και πολύ καλά προωθούμενο προϊόν, αυτό της τραπ «μουσικής». Εν αντιθέσει με τα προγενέστερα είδη όπως η hip hop και της ελληνικής παραλλαγής της low bap , εκείνο της τραπ έχει κατορθώσει σε μικρό […]