Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία με το πρόσχημα της ”αποναζιστικοποίησης” της χώρας, η Ε.Ε. απέδειξε πως είναι ένας θεσμός με πύλινα πόδια, καθώς δεν διαθέτει ενιαία πολιτική σε ζητήματα που απειλούν την ασφάλεια της Ευρώπης. Η Ε.Ε. περιορίστηκε στον οικονομισμό μιας σέχτας τεχνοκρατών, οι οποίοι στερούνται ευρωπαϊκού οράματος και, σαφέστατα, δεν επιθυμούν να λύσουν το υπαρξιακό της πρόβλημα, δηλαδή, τη σαλαμοποίησή της από τα δύο μεγαθήρια, τις ΗΠΑ και τη Ρωσία.
Αυτές λοιπόν οι πλανητικές εξελίξεις ξεγύμνωσαν τη βραχυκέφαλη Ε.Ε., για τους λόγους που προαναφέρθηκαν. Όμως, η εισβολή της Ρωσίας έδειξε πως ξυπνάει ένα κομμάτι της Ευρώπης, κυρίως στη Γαλλία και τη Γερμανία, το οποίο αποτελεί τη δύναμη που μπορεί να εγγυηθεί την ασφάλεια της Ευρώπης σε στρατιωτικό επίπεδο. Εντούτοις, το πρόβλημα είναι ότι οι δύο αυτές χώρες, αδυνατούν να συννενοηθούν, παρότι και οι δύο αποτελούν καρφί στο μάτι για τους Αγγλοσάξονες. Η Γαλλία, πάντα επιδίωκε στρατιωτική αυτονομία, ενώ η Γερμανία, μετά τον πόλεμο, μακροπρόθεμο επανεξοπλισμό. Και στις δύο περιπτώσεις, όμως, μια προοπτική ενός ευρωπαϊκού ReArm (ReArm Europe Plan), θα σήμαινε ότι η Αμερική χάνει το διάδρομο που λέγεται Ευρώπη, τον οποίο χρησιμοποιεί ως proxy, ώστε να αποκόψει, ή έστω να περιορίσει την Κίνα από τις αγορές, και εν συνεχεία, να διασφαλίσει τους διαδρόμους πετρελαίου στη Μέση Ανατολή και στον Καύκασο.
Η Ρωσία, από την άλλη, επιδιώκει τη δέσμευση της Ευρώπης, διότι, αν και έχει μεγάλες εκτάσεις εντός της ομοσπονδίας της, αυτές δεν της εξασφαλίζουν την ίδια γονιμότητα όπως η ευρωπαϊκή γη. Επιπρόσθετα, ιστορικά, η Ρωσία αποτελεί ένα πρωτοασιατικό έδαφος, το οποίο από την εποχή του Ιβάν του Τρομερού έως και σήμερα, ακολουθεί μια λογική αφομοίωσης όλων των ευρωπαϊκών περιοχών στα δυτικά της σύνορα. Ακόμη και επί Μεγάλου Πέτρου, η ευρωπαϊκή μετακένωση λειτούργησε ως όπλο, ώστε να μπορέσει να πολεμήσει την Ευρώπη.
Η Αμερική, λοιπόν, επιδιώκει την προσέγγιση με τη Ρωσία, ώστε να εμποδίσει την Ευρώπη να αποκτήσει δική της ισχύ. Συνεπώς, τόσο η Ρωσία όσο και η Αμερική, αποτελούν ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που διαφωνούν μόνο στο μοίρασμα του κόσμου, και όχι στην ουσία, καθώς και οι δύο επιδιώκουν την καθυπόταξη των Ευρωπαίων προκειμένου να μην χάσουν την επιρροή τους. Η Ρωσία, ας μην ξεχνάμε, πως στον πόλεμο της Τσετσενίας ισοπέδωσε το Grozny με τη στήριξη των ευαγγελιστών της Αμερικής. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Αφγανιστάν (1979-87), η τότε Ε.Σ.Σ.Δ. κατάφερε να ελέγξει το εμπόριο του οπίου, από το οποίο, επωφελήθηκε μετέπειτα η Ρωσία, στην περίοδο της περεστρόικα, καθώς εξήγαγε ναρκωτικά τόσο προς την Κεντρική όσο και προς την Ανατολική Ευρώπη.
Εν κατακλείδι, η προπαγάνδα των Ρώσων και των Αμερικανών περί “Νεοναζί Ευρωπαίων”, δεν αποτελεί τίποτα άλλο παρά ένα εργαλείο ρητορικής αφήγησης, προκειμένου να δικαιολογήσουν μια μελλοντική επέμβαση στην Ευρώπη. Μια αυτοκρατορική, ισχυρή και αμυντικά αυτόνομη Ευρώπη θα αποτελέσει εμπόδιο στις χώρες αυτές, όσον αφορά τον έλεγχο πάνω στην Κίνα και στο παγκόσμιο διαμετακομιστικό εμπόριο. Στην πραγματικότητα, ούτε οι “ναζί” ενδιαφέρουν την Ουάσινγκτον και το Κρεμλίνο, αλλά ούτε και τα λάθη του παρελθόντος. Παρ’όλα αυτά, το θέμα του ReArm είναι πως οι Βρυξέλες αποτελούν κάτι το υδροκέφαλο και κυρίως κάτι το στενά τραπεζο-γραφειοκρατικό, έχοντας μετατρέψει τους Ευρωπαίους σε αντικείμενα απέναντι στο υποκείμενο της τραπεζικής ηγεμονίας τόσο της Αμερικής όσο και της Ρωσίας.
Στην παρούσα φάση στην οποία βρίσκεται η Ε.Ε., υπάρχει ο κίνδυνος κάθε επανεξοπλισμός, να λειτουργήσει προς όφελος μιας παγκοσμιοποίησης που προωθείται από τις Βρυξέλλες, με προκάλυμμα τα “ανθρώπινα δικαιώματα” και την “προστασία της δημοκρατίας” από τον Ρωσικό κίνδυνο. Οι ενισχυμένες στρατιωτικές δυνατότητες μπορεί να μη χρησιμοποιηθούν σωστά ή προς τα πραγματικά συμφέροντα της Ευρώπης. Ήδη, η Κομισιόν έχει παραλάβει τα σχέδια 19 κρατών για το πρόγραμμα SAFE, που αφορά στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας, μεταξύ των οποίων η Ελλάδα και η Κύπρος. Το πρόγραμμα SAFE είναι ανοιχτό και προς τρίτες χώρες μεταξύ των οποίων το Ηνωμένο Βασίλειο και ο Καναδάς, ενώ επίσημο αίτημα συμμετοχής έχει υποβάλλει μέχρι και η Νότια Κορέα. Ο αποκλεισμός της Τουρκίας από το πρόγραμμα προκάλεσε έντονη αντίδραση, με την Άγκυρα να κατηγορεί ευθέως την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία, φανταζόμενη ένα μυστικά οργανωμένο σχέδιο ενός νέου ελληνικού αμυντικού δόγματος.
Εντούτοις, είναι χαρακτηριστικό ότι τρίτες χώρες, όπως η Τουρκία, δεν είναι ευρωπαϊκές, καθώς δεν διαθέτουν την αντίστοιχη ευρωπαϊκή πολιτιστική και ιστορική ταυτότητα, γεγονός που εγείρει πολλά ερωτήματα σχετικά με τη συμμετοχή τους σε ένα πρόγραμμα ευρωπαϊκού επανεξοπλισμού. Ένας επανεξοπλισμός θα πρέπει να περιοριστεί μόνο σε επίπεδο Ε.Ε. Αν θέλουμε να διαφυλαχθεί η Ευρώπη, δε χρειάζονται μόνο τα όπλα, αλλά και η ανάκτηση της Ηπείρου μας κλείνοντας τα ευρωπαϊκά σύνορα και προχωρώντας σε επαναπατρισμούς, συνδυαστικά με την αποκήρυξη της ιδεολογίας του νεοφιλελεύθερου δικαιωματισμού. Η Ε.Ε., η οποία για χρόνια προπαγάνδιζε τον πασιφισμό, το διεθνισμό, την παγκοσμιοποίηση και στόχευε μονάχα στην καλλιέργεια μιας αστικής κουλτούρας της άνεσης και της απρόσκοπτης οικονομικής ανάπτυξης, βρίσκεται τώρα στην ανάγκη να καταφύγει ξανά στην επίκληση της Θυσίας, του Ηρωισμού και της Φιλοπατρίας.
Ας αποτελέσει αυτή η ανάγκη το καύσιμο για την αποκατάσταση της ενότητας του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού απέναντι σε οποιονδήποτε αναδυόμενο ιμπεριαλισμό. Τότε, εκ των πραγμάτων, θα επιστρέψουν στο ευρωπαϊκό στρατόπεδο, χώρες που τώρα αλληθωρίζουν προς Ανατολάς (όπως οι Ουγγαρία και Σλοβακία) φαντασιωνόμενες μια κάλπικη παραδοσιακρατία, ως αντίδοτο στις υπάρχουσες παγκοσμιοποιητικές δομές. Η Ευρώπη, λοιπόν, πρέπει να επανεξοπλιστεί, όχι όμως να πολεμήσει για κάτι το τελείως λάθος, καθώς οι δύο υπερδυνάμεις έχουν δεσμεύσει τόσο την ίδια, όσο και τους φαινομενικά Ευρωπαίους πολιτικούς που δεν υπηρετούν τα συμφέροντα της Ηπείρου μας.
