Η δημοκρατία, όπως νοείται όχι μόνο ως πολίτευμα αλλά ως παιδευτική διαδικασία, λέγεται ότι έχει επίκεντρο τον άνθρωπο που συμμετέχει συνειδητά στα κοινά. Στην ελληνική πραγματικότητα, όμως, παρατηρούμε μια προϊούσα παρακμή του πολιτικού βίου: τα κόμματα, από εκφραστές της κοινωνικής δυναμικής, μετατράπηκαν σε φορείς πελατειακών σχέσεων και επικοινωνιακών τεχνασμάτων, χάνοντας έτσι τη βαθύτερη πνευματική και ηθική μας αποστολή ως Έθνος. Μέσα σε αυτό το κενό λόγου και νοήματος, θα πρέπει να καταφέρει να ανθίσει ο Εθνικός Κοινωνισμός, ώστε να ενδυναμώσει την εθνική συνείδηση μέσω της αυτογνωσίας και της ιστορικής ευθύνης. Η εθνική ταυτότητα, θα πρέπει να είναι ζωντανός διάλογος ανάμεσα στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, δημιουργώντας ένα ιδεολογικό οχυρό.
Αν ανατρέξουμε στη φιλοσοφική μας παράδοση, βρίσκουμε εργαλεία να κατανοήσουμε και να κρίνουμε αυτή την παρακμή. Ο Πλάτων, στην Πολιτεία, διατύπωσε την ιδέα της αριστοκρατίας ως “εξουσίας των Αρίστων”: ηγεσία με βάση την καταγωγή, την αρετή, τη σοφία και την παιδεία. Ο Άριστος, για τον Πλάτωνα, δεν είναι εκείνος που κατέχει εξουσία ως αυτοσκοπό, αλλά εκείνος που υπηρετεί την πόλη με γνώμονα το κοινό καλό και το μέτρο. Ο Αριστοτέλης, από την πλευρά του, βλέπει επίσης την Αριστοκρατία ως διακυβέρνηση εκείνων που πραγματικά διακρίνονται στην αρετή, τον χαρακτήρα και την κρίση. Στο Πολιτικόν και στα Ηθικά Νικομάχεια, τονίζει ότι η πολιτική κοινότητα υπάρχει “χάριν ευ ζην” (για το καλώς ζην) και όχι απλώς για την επιβίωση. Δηλαδή, η πολιτική δεν είναι μόνο μηχανισμός εξουσίας, αλλά χώρος καλλιέργειας ήθους, παιδείας και αλήθειας.
Η σημερινή παρακμή των κομμάτων και του πολιτικού λόγου δείχνει ακριβώς την εγκατάλειψη αυτής της αρχαίας ιδέας: ότι η πολιτική ηγεσία πρέπει να είναι φορέας αρετής και όχι όχημα ιδιοτελών συμφερόντων ή κενών συνθημάτων. Ο Εθνικοκοινωνικός λόγος θα πρέπει να είναι σε θέση να εξυψώνει τον λαό, προσφέροντάς του κριτική αυτογνωσία και να μην καλλιεργεί το φόβο και τη μνησικακία.
Από φιλοσοφική σκοπιά, το ζήτημα είναι βαθύτερο: αφορά τον τρόπο που ο πολίτης – οπλίτης νοεί τον εαυτό του και τη σχέση του με το ‘Εθνος. Όταν απουσιάζει η παιδεία που καλλιεργεί τον στοχασμό και την αρετή, τότε εύκολα υποκύπτουμε σε δημαγωγούς που υπόσχονται απλοϊκές απαντήσεις σε σύνθετα ερωτήματα. Η υπέρβαση της κρίσης περνά, όπως θα έλεγαν και οι αρχαίοι, από την επιστροφή στην έννοια της αρετής: όχι με τη στενή έννοια του ηθικισμού, αλλά ως άσκηση ελευθερίας, κριτικής σκέψης και αλήθειας. Από την οικοδόμηση ενός πολιτικού βίου που θα αναζητά όχι το πρόσκαιρο όφελος, αλλά το διαρκές και αληθινό καλό της φυλής.
Η πολιτική τότε θα ξαναβρεί τον αρχικό της προορισμό: να είναι τέχνη του κοινού καλού, χώρος υπέρβασης και δημιουργίας μιας ζωντανής, ελεύθερης και δίκαιης εθνικής κοινωνίας. Μιας κοινωνίας που δεν θα φοβάται τον διάλογο, δεν θα κρύβεται πίσω από δήθεν εθνικά παραμύθια, αλλά θα έχει το θάρρος να βλέπει κατάματα τον εαυτό της και τον κόσμο. Μόνο έτσι, μέσα από την ανάδειξη των “αρίστων” με την πλατωνική και αριστοτελική έννοια — δηλαδή των ανθρώπων με αρετή, σοφία και αγάπη για την αλήθεια — θα μπορέσει να ανθίσει ξανά, και όχι ως ένα τυπικό καθεστώς, αλλά ως ζωντανή, δημιουργική πράξη.