Ο 21ος αιώνας, σύμφωνα με τον Francis Fukuyama, είναι ο αιώνας των νεκρών ιδεολογιών και η εποχή της πλήρους πνευματικής αποσύνθεσης. Στην ουσία, όμως, η εποχή του Νεωτερισμού βρίσκεται στο τέλος της, γεγονός που οδηγεί στην αναθεώρηση του ρομαντισμού που γέννησε τον φιλελευθερισμό τον 18ο αιώνα. Η εποχή της αριστοκρατικής λογικής που εκφραζόταν μέσω της ιεραρχίας και της οργανικής δομής, αντικαταστάθηκε από την εξιδανίκευση του συναισθήματος, το οποίο γέννησε ιδεολογήματα όπως αυτό του φεμινισμού, που λειτούργησε ως παράγωγο τόσο του φιλελεύθερου όσο και του κομμουνιστικού μοντέλου. Σύμφωνα με τον Friedrich Nietzsche, η ”εικόνα του καλού ανθρώπου” έχει αντικατασταθεί από την θεσμική αμετροέπεια, η οποία, δια μέσου της εξουσίας, επιβάλει την επίπλαστη ηθική του ανθρώπου ως μια φυσιοκρατική αλήθεια. Στην πραγματικότητα όμως, η ανθρώπινη φύση λειτουργεί με βάση το αίσθημα της κυριαρχίας έναντι του ασθενέστερου (Nietzsche, Ευρωπαϊκός Μηδενισμός).
Στον αντίποδα της Φιλελεύθερης και μετέπειτα κομμουνιστικής εξιδανίκευσης, συναντάμε την άναρχη τάση του ”αντιδραστικού”, ο οποίος, κατά τον Nicola Gomez Davila, επαναστατεί απέναντι σε οτιδήποτε αρνείται την ιεραρχία, την τάξη και την κοινωνική συνοχή. Με λίγα λόγια, ο Συντηρητικός Επαναστάτης είναι αυτός που ανήκει στη Σύγχρονη Εποχή ως ένας ”ανυπάκουος”, ο οποίος όμως έχει αιτίες για αυτήν την εσωτερική του επανάσταση. Ο Εθνικισμός του δεν είναι τυφλός, αλλά ουσιαστικός. Αντιλαμβάνεται πως για να υπάρξει έθνος πρέπει να υπάρχει θεσμική προστασία και ιεραρχική περιφρούρηση. Σε αντίθεση με τον φιλελεύθερο, δεν αντιλαμβάνεται ως καταναγκασμό την στρατιωτική θητεία, ούτε θεωρεί την αυστηρότητα ως κάτι το κατακριτέο, όταν πρόκειται για την οργανική επιβίωση του έθνους.
Όμως, για να προσδιορίσουμε τι είναι ο Σύγχρονος Άνθρωπος, πρέπει να ανατρέξουμε στον Julius Evola, ο οποίος και αντιλαμβανόταν την παράδοση ως μια ζωντανή μορφή αντίστασης απέναντι στον εκφυλισμό. Σύμφωνα με τον Ιταλό φιλόσοφο: ”Είναι αναγκαίο, τότε, να διαλέξεις ιδέες από το παρελθόν που θεωρούνται πιο ταιριαστές από τους ανθρώπους, οι οποίοι σε τέτοιους καιρούς, θα επιφορτισθούν με το να αρχίσουν έναν νέο κύκλο”. Συνεπώς, συγχρονία και παράδοση μπορούν να συμπλεύσουν και να διαμορφώσουν κάτι το μεταμοντέρνο, που ναι μεν θα αμφισβητεί τον Νεωτερισμό ως κάτι το ασθενές και μη εξελικτικό, αλλά ταυτόχρονα θα προτείνει μια Νέα Εποχή, που θα έχει ως υποκείμενο την παράδοση έναντι της αλλοτρίωσης (J. Evola, Άνθρωποι Ανάμεσα Στα Ερείπια).
Ένα έθνος επιβιώνει μόνο μέσα από την ταυτότητα που το αντιπροσωπεύει, και σαφέστατα η λαϊκή κοινότητα είναι αυτή που αφομοιώνει, ή και αποβάλει, τις ρίζες που τη συντροφεύουν στο Αιώνιο Διάβα της ιστορίας. Εν κατακλείδι, αν θελήσουμε να κάνουμε μια ανάλυση του Σύγχρονου Ανθρώπου, πρέπει να τον διακρίνουμε σε δύο κατηγορίες: τον εκφυλισμένο και τον παραδοσιακράτη. Ο παραδοσιακράτης, σε αντίθεση με τον εκφυλισμένο, αντιλαμβάνεται την πρόοδο ως κάτι το οργανικό μέσα στην εξελικτικότητα. Ο εκφυλισμένος, έχοντας απωλέσει όλα τα παράγωγα της ταυτότητάς του, επιχειρεί μέσα από έναν φιλήδονο υλισμό να αυξήσει τις οποίες αυταπάτες του, εντός του πλαισίου του Σύγχρονου Κόσμου. Ο παραδοσιοκράτης, από την άλλη, αναγνωρίζει πως δομικά, η Σύγχρονη Εποχή είναι λάθος, γι’ αυτό και αναζητά μια Νέα Εποχή που θα σημάνει την αρχή του τέλους για την νοσηρή παγκοσμιοποίηση.
Οι εξεγέρσεις των λαών στα Βαλκάνια, στον Καύκασο και στην Ευρώπη, με σύμβολα προγονικά, υποδηλώνουν τη συνειδητοποίηση του κόσμου γύρω από την κρίση της νεωτερικότητας και την αναζήτηση μιας λύσης που, αν και προέρχεται από το παρελθόν, επιδιώκει τη διαμόρφωση του μέλλοντος. Για να υπάρξει εθνικό μέλλον, προϋπόθεση είναι η δημιουργία μιας εθνικής πρωτοπορίας που θα αντιλαμβάνεται τα προβλήματα του έθνους όχι στενά πολιτικά, αλλά υπαρξιακά. Διότι όταν ένα έθνος φυτοζωεί, τότε είναι θέμα χρόνου να παρακμάσει και αναπόφευκτα να αποσυντεθεί.
Συνεπώς, η αποστολή του Εθνικιστή ή του Συντηρητικού Επαναστάτη δεν είναι άλλη από το να δημιουργήσει τις προδιαγραφές για μια κοινωνία που θα αναγνωρίζει την πατρίδα ως ένα ιστορικό σύνολο, το οποίο επιβιώνει πολιτικά προκειμένου να διαφυλάξει την ταυτότητά του μέσα σε έναν κόσμο αμφισβήτησης. Έτσι, το άτομο εντός της Νεωτερικότητας υποκειμενικοποιείται και σαφέστατα αναλαμβάνει έναν ρόλο θεμελιωτή ή και μηδενιστή απέναντι σε κάποιες παραδοσιακές αξίες. Άλλωστε, η παράδοση είναι κάτι μεταιστορικό και δυναμικό, μια ρυθμιστική δύναμη, που υπηρετεί τις αρχές μιας εσωτερικής νομιμότητας (Evola, Άνθρωποι Ανάμεσα Στα Ερείπια).
Ως κατακλείδα, οφείλουμε να παραδεχτούμε πως ο 21ος αιώνας μπορεί να είναι ο αιώνας της παρακμής, όμως μέσα από αυτό το πολιτιστικό και πνευματικό τέλμα αναδύεται ήδη μια μεταπολιτική ριζοσπαστικοποίηση, με υποκείμενο το έθνος και τις παραδοσιακές αξίες. Αξίες που, παρόλο που έρχονται σε αντίφαση τόσο μεταξύ τους όσο και με τον ίδιο τον νεωτερικό εθνικισμό, εντούτοις δημιουργούν ένα νέο, δυναμικό ρεύμα αποδόμησης της παγκοσμιοποίησης.