Όταν η ατομικότητα κουράζει, η κοινότητα ξαναγίνεται ελπίδα!
«Ξέρεις τι ζηλεύω στους παλιούς; Όχι τις εποχές τους, αλλά το ότι ήξεραν ποιοι είναι. Σήμερα όλοι νιώθουμε μόνοι, όλοι νιώθουμε ξένοι…» Η φράση αυτή ειπώθηκε σε μια απλή κουβέντα με έναν φίλο, κάπου στα 25 του. Μα την κουβαλάω μέσα μου σαν διαπίστωση γενιάς. Ζούμε σε έναν κόσμο γεμάτο δυνατότητες, αλλά με λιγότερες σταθερές από ποτέ. Τα «θέλω» μας είναι άπειρα. Οι ρίζες μας όμως, ολοένα και πιο ρηχές.
Ο Εθνικοκοινωνισμός δεν έρχεται να υποκαταστήσει την ατομικότητα, αλλά να της δώσει προσανατολισμό. Δεν είναι επιστροφή στο χθες, αλλά πρόταση για το αύριο. Και πάνω απ’ όλα: δεν είναι σύνθημα, είναι στάση ζωής.
Από το εγώ στο εμείς!
Η εποχή μας είναι «ρευστή». Τίποτα δεν κρατά πολύ, και το άτομο μένει να παλεύει μόνο του μέσα σε μια αγορά ευκαιριών, ρόλων και προσωπείων. Η ελευθερία είναι απεριόριστη – και γι’ αυτό κουραστική. Ο Εθνικοκοινωνισμός αντιστρέφει τη φορά: από τη μοναξιά του εγώ, στην ευθύνη του εμείς. Δεν ακυρώνει το άτομο – το εντάσσει. Προτάσσει την κοινότητα, όχι ως περιορισμό, αλλά ως πεδίο νοήματος. Ως πεδίο αγάπης και χρέους. Κάποτε, στις γειτονιές της Αθήνας, νέοι μοίραζαν φαγητό χωρίς κάμερες. «Γιατί το κάνετε;» ρωτήθηκαν. «Γιατί είναι δικοί μας άνθρωποι», είχαν απαντήσει. Και κάπου εκεί κατάλαβα τι σημαίνει «ανήκω».
Το έθνος ως κοινότητα μνήμης και ευθύνης!
Στον πυρήνα του Εθνικοκοινωνισμού βρίσκεται η έννοια του έθνους, όχι ως κρατική μηχανή, αλλά ως πολιτιστική, ιστορική και ηθική συνέχεια. Δεν είναι μόνο σημαία και σύνορα, αλλά κοινές αναμνήσεις, κοινές απώλειες, κοινή αποστολή. Δεν είναι κραυγή. Δεν είναι επιβολή. Είναι σιωπηλή επίγνωση: ότι γεννήθηκες μέσα σε κάτι μεγαλύτερο από εσένα – και οφείλεις να το τιμήσεις, όχι για να το υψώσεις πάνω από τους άλλους, αλλά για να σταθείς αντάξιός του.
Η βία δεν είναι ιδεολογία!
Ο χουλιγκανισμός, συχνά ταυτισμένος με «πατριωτικά κινήματα», δεν είναι ιδεολογία. Είναι κραυγή απελπισίας. Είναι το αποτέλεσμα της έλλειψης προσανατολισμού. Όταν ο νέος δεν βρίσκει νόημα στη ζωή, το ψάχνει στη φανέλα, στη γωνιά, στο χτύπημα. Ο Εθνικοκοινωνισμός, όμως, δεν ανήκει στις κερκίδες. Ανήκει στα σχολεία, στις γειτονιές, στις πράξεις. Δεν σε κάνει πιο δυνατό από τους άλλους. Σε καλεί να είσαι χρήσιμος για τους άλλους.
Ένα δάκρυ μπροστά στη σημαία!
Σε μια εκδήλωση μνήμης, είδα έναν ηλικιωμένο να δακρύζει. Τον ρώτησα γιατί είναι δακρυσμένος. Και μου απάντησε:
«Θυμάμαι φίλους που έφυγαν για κάτι που πίστευαν μεγαλύτερο από τους ίδιους».
Δεν είπε «για το κόμμα μου». Δεν είπε «για την ομάδα μου». Είπε «κάτι μεγαλύτερο». Αυτό είναι το κεντρικό ερώτημα σήμερα:
Πιστεύουμε σε κάτι που μας ξεπερνά;
Ή απλώς εναλλάσσουμε ρόλους μέσα σε ένα παιχνίδι κατανάλωσης και ατομισμού;
Η πολιτική ως ευθύνη, όχι ως επάγγελμα!
Η πολιτική είναι εκεί όπου το άτομο εμφανίζεται δημόσια με ευθύνη. Ο Εθνικοκοινωνισμός δεν είναι κόμμα. Δεν είναι επάγγελμα. Είναι πολιτική με την πιο ουσιαστική έννοια: το να αναλαμβάνεις ρόλο. Να μεταμορφώνεις όχι μόνο τις δομές, αλλά τον εαυτό σου.
Εκεί που ο κόσμος σου λέει «διεκδίκησε», ο Εθνικοκοινωνισμός σου λέει «πρόσφερε». Εκεί που φωνάζουν «πρόβαλε το εγώ σου», αυτός ψιθυρίζει: «υπηρέτησε το εμείς».
Πίσω από τις λέξεις, μπροστά στο μέλλον!
Πολλοί θα πουν: «Αυτά δοκιμάστηκαν και απέτυχαν».
Ίσως όμως να απέτυχε ο τρόπος – όχι η ιδέα. Ίσως η αποτυχία δεν ήταν η πίστη στο συλλογικό, αλλά η απουσία αληθινής κοινότητας, σε βάθος και διάρκεια. Ο Εθνικοκοινωνισμός δεν επιστρέφει για να υψώσει παντιέρες. Επιστρέφει για να θέσει ερωτήματα:
Ποιοι είμαστε; Πού ανήκουμε; Τι οφείλουμε στους άλλους; Ποιο είναι το καθήκον μας απέναντι στο παρελθόν – και στο μέλλον;
Ίσως η απάντηση να μη δοθεί με συνθήματα. Ίσως να δοθεί με στάση ζωής.
Και αυτή είναι, τελικά, η πιο ριζοσπαστική πράξη σήμερα.